• WordReference
  • Definition
  • Synonyms
  • English Usage

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
lend a hand v expr figurative (help out) (καθομιλουμένη, μτφ)βάζω ένα χέρι, βάζω ένα χεράκι έκφρ
  δίνω ένα χέρι, δίνω ένα χεράκι έκφρ
  (καθαρεύουσα, λόγιος)δίνω χείρα βοηθείας έκφρ
 If you could lend a hand when I move at the end of the month, I would appreciate it.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση lend a hand στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «lend a hand».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!